Μόρνα θα πει «σκοτεινός τόπος». Έτσι αποκαλούσαν τον συγκεκριμένο ορεινό οικισμό οι κάτοικοι του νομού Πιερίας, μέχρι το καλοκαίρι του 1926, όταν τον μετονόμασαν σε «Σκοτεινά».

Το χωριό Μόρνα (Σκοτεινά) είναι ένα χωριό στην περιοχή του Ολύμπου που λένε ότι συνδέεται με σκοτεινή ενέργεια καθώς είναι έτσι η τοποθεσία ώστε η ήμερα να διαρκεί πολύ λίγο άρα ο ήλιος εχει λιγότερη επίδραση σε αυτήν την τοποθεσία. Αυτό σε συνδυασμό με την πολύ πυκνή βλάστηση κρατούσαν μακριά τον ήλιο τις περισσότερες ώρες της ημέρας. Ξημέρωνε αργά και νύχτωνε πολύ νωρίς. Γεγονός που όπως είναι λογικό ενίσχυσε τις διάφορες.. σκοτεινές ιστορίες.

Πριν 50 με 60 χρόνια περίπου οι περισσότεροι κάτοικοι άρχισαν να βλέπουν πολύ περίεργα φαινόμενα το βραδύ και κλειδαμπαρώνονταν στα σπίτια τους.. ξαφνικά μια ημέρα πολλοί κάτοικοι τα παράτησαν όλα και έφυγαν όπως ναναι και δεν ήθελαν να ξαναγυρίσουν.., όταν κάποιοι δημοσιογράφοι τους καλούσαν για συνέντευξη ώστε να πουνε τον λογο που τα παρατήσαν όλα και έφυγαν αυτοί αρνιόντουσαν ή έβρισκαν δικαιολογίες και έλεγαν ότι δεν μπορούν να πάνε για την συνέντευξη.. κάποιοι βέβαια έλεγαν ότι έβλεπαν 7 γυμνά κορίτσια το βραδύ να χορεύουν κυκλικά στο ποτάμι που ονομάζεται και αυτό σκοτάδι και αλλα πολλά ανεξήγητα φαινόμενα..

Στη Μόρνα υπάρχουν σήμερα δύο εκκλησίες, της Αγίας Παρασκευής και του Αγίου Νικολάου, αίσθηση προκαλεί οτι καμία δεν έχει σταυρό απο έξω. Στην μία εκκλησία κατέφυγαν οι κάτοικοι του χωριού την περίοδο της κατοχής για να γλιτώσουν από τους Γερμανούς, οι οποίοι σκότωσαν τον παπά μαζί με 14 ενήλικες και δύο παιδιά. Το παραπάνω οι ιστορίες με τα «γκουλαγκούδια» που σημαίνει γυμνά και αφορούσε επτά κορίτσια που κυκλοφορούσαν και χόρευαν τον δικό τους σκοτεινό χορό τρομοκρατώντας τους κατοίκους με το γοερό κλάμα τους μέχρι που λίγο πριν το ξημέρωμα ανέβαιναν στην κορυφή του βουνού και κρυβόντουσαν σε μια σπηλιά που υπάρχει εκεί και περίμεναν εκεί μέχρι να έρθουν και πάλι τα μεσάνυχτα. Αυτή η ιστορία κράτησε από πολύ παλιά μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Οι εκτελέσεις των Γερμανών, τα βασανιστήρια επι τουρκοκρατίας, η ιστορία με το μαλλιαρό χέρι που θεωρητικά κυνηγούσε όσους έβρισκε στο διάβα του. Το σπίτι από το οποίο υποτίθεται πως έβγαινε το «μαλλιαρό χέρι» άνηκε σε έναν νεαρό άνδρα ο οποίος αποφάσισε να φύγει από την Ελλάδα και να πάει μετανάστης στις Ηνωμένες Πολιτείες όπου τελικά έμεινε και έκανε οικογένεια. Το σπίτι εγκαταλείφθηκε στην τύχη του και όταν άρχισε να διαλύεται και να παίρνει μια πιο άγρια μορφή ο θρύλος για το τι γίνεται στο εσωτερικό του και την «κατάρα που άφησε πίσω του ο μετανάστης» γιγαντώθηκε με αποτέλεσμα οι κάτοικοι του χωριού να αποφεύγουν ακόμα και απ έξω να περάσουν.

Το 1949 υπήρχε εργοστάσιο επεξεργασίας ξύλου οξιάς γνωστό και ως «Πανεπιστήμιο των Δασών». Έτσι το αποκαλούσαν. Επρόκειτο για το Κρατικό Εργοστάσιο Επεξεργασίας Ξύλου που έδωσε ζωή στην περιοχή τις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60. Χαρακτηριστικό της ποιότητας της ξυλείας ήταν ότι επελέγη η Μόρνα για να κατασκευαστεί η θαλαμηγός του βασιλιά Όθωνα με την ίδρυση του ελληνικού κράτους, το 1830. Το πλοίο κατασκευάστηκε από πιερική ξυλεία, όπως αναφέρει ο καθηγητής ιστορικός Γιάννης Καζταρίδης.

Όλα αυτά, όμως, μέχρι το 1967 οπότε και μπαίνει λουκέτο στο εργοστάσιο. Οι μέρες της δόξας ανήκουν στο παρελθόν. Η Μόρνα άρχισε να γίνεται ακόμα πιο σκοτεινή καθώς οι δουλειές λιγόστεψαν και οι νέοι άνθρωποι προτιμούσαν την εσωτερική (και όχι μόνο) μετανάστευση μέχρι που και όσοι έμειναν πίσω, αποφάσισαν να κάνουν το μεγάλο βήμα για ένα καλύτερο αύριο.

Αίσθηση προκαλεί πως αν σήμερα πάει κάποιος στο χωριό και επιχειρήσει να μπει μέσα στα εγκαταλελειμμένα σπίτια όπως θα δείτε στα βίντεο, θα διαπιστώσει πως η φυγή των κατοίκων έγινε εσπευσμένα και σίγουρα χωρίς ιδιαίτερη προεργασία. Εγκατέλειψαν τα Σκοτεινά και πήγαν μερικά χιλιόμετρα βορειότερα και έχτισαν τα Φωτεινά. Το μέρος εκεί είναι, όντως, πιο φωτεινό και η ποιότητα ζωής καλύτερη. Όταν μάλιστα οι κάτοικοι εγκατέλειψαν το χωριό με σκοπό ουσιαστικά να το μεταφέρουν βορειότερα και να ξεκινήσουν εκεί τη ζωή τους από την αρχή, λέγεται, πως οι αυτοδιοικητικές αρχές τους ζήτησαν να τους εξηγήσουν τον λόγο που προχωράνε σε αυτή την κίνηση αλλά εκείνοι αρνήθηκαν πεισματικά να πουν οτιδήποτε.