Άλλο ένα βράδυ όπως όλα. Το σκηνικό το ίδιο. Τίποτε δεν αλλάζει χρόνια τώρα. ‘Ανδρες που η θέλησή τους να είναι γυναίκες, δίνουν ραντεβού με τον ίδιο τους τον εαυτό, κάτι σαν συνήθεια, κάτι σαν… πεπρωμένο. Ραντεβού στη Λεωφόρο Συγγρού.

Κέφι δικό τους, επιβίωση, κέφι και επιβίωση, όπως και να το ονομάσει κανείς, η σκηνή είναι ίδια. Ψηλοτάκουνες γόβες, κοντές φούστες, μακιγιάζ, συνθέτουν το κομμάτι εκείνο της καθημερινότητάς τους, με απώτερο σκοπό να βρουν τον “πελάτη” τους.

Αυτοκίνητα που βουίζουν στο μεγάλο δρόμο και εργένηδες ή οικογενειάρχες, που σταματούν διαλέγοντας εκείνη, που τους αρέσει για ένα βράδυ. Για ένα βράδυ. Ο αγοραίος έρωτας που στο τέλος αμοίβεται με ευρώ.

Αν μιλήσεις με κάποιες από τις “κοπέλες” που το στέκι τους είναι στο γνωστό μέρος, θα σου πουν ότι είναι συνήθεια πια γι’ αυτές. Κάτι σαν το τσιγάρο. Μια ρουφηξιά και… φύγαμε. Για κάποιο ξενοδοχείο, για κάποιο φθηνό δωμάτιο, ανάλογα πόσα πληρώνει ο… πελάτης. Η απαραίτητη συμφωνία για την τιμή και τα γούστα, γίνεται μέσα σε λίγα λεπτά πίσω από ένα μισάνοιχτο παράθυρο ενός αυτοκινήτου. Αν τα βρουν, γίνεται η … συναλλαγή. Παίρνεις το σώμα μου, παίρνω τα λεφτά σου. Τόσο απλά.

Εκείνες είναι κάθε βράδυ εκεί. Δεν αρνιούνται αυτό που είναι και δεν κρύβονται. Είναι εκεί για να δώσουν και να πάρουν. Οι … πελάτες μόλις χαράξει, θα πάνε ξανά στις δουλειές τους, θα γυρίσουν ξανά στα σπίτια τους σα να μη συνέβη τίποτε παράνομο γι’ αυτούς. Θα είναι πάλι οι κύριοι της ημέρας, οι καλοί σύζυγοι, οι καλοί υπάλληλοι, οι καλοί οικογενειάρχες.
Η Συγγρού όταν βραδιάζει αποκαλύπτει την αλήθεια χωρίς να φορά μάσκες. Τις μάσκες τις φορούν οι κομπάρσοι της επόμενης ημέρας, γιατί οι πρωταγωνιστές είναι και θα είναι εκεί. Για να πουλήσουν και να πληρωθούν.